Tι είναι η ωχρά κηλίδα;
Η ωχρά κηλίδα αποτελεί το κέντρο του αμφιβληστροειδούς χιτώνα κοντά στο οπτικό νεύρο. Περιέχει την υψηλότερη πυκνότητα των φωτοϋποδοχέων (των κυττάρων που μεταφέρουν το οπτικό ερέθισμα στον εγκέφαλο) και είναι υπεύθυνη για την ευκρινή όραση και την αντίληψη των χρωμάτων.
Καθώς η ωχρά κηλίδα είναι κιτρινόφαιη σε χρώμα, απορροφά υπεριώδη και μπλε ακτινοβολία δρώντας ως ένα φυσικό “φίλτρο”, ανάλογο με τα γυαλιά ηλίου για το κέντρο του αμφιβληστροειδούς. Το κίτρινο αυτό χρώμα προέρχεται από το υψηλό περιεχόμενο της ωχράς κηλίδας σε λουτεΐνη και ζεαξανθίνη, δύο αντιοξειδωτικές ουσίες που βρίσκονται και στη διατροφή μας. Για αυτόν τον λόγο η λήψη τροφών ή συμπληρωμάτων που περιέχουν τις ουσίες αυτές θεωρείται πως δρα προστατευτικά έναντι της εμφάνισης και επιδείνωσης της ηλικιακής εκφύλισης της ωχράς κηλίδας. Μία βλάβη στην περιοχή της ωχράς κηλίδας μπορεί να έχει σημαντικές συνέπειες στην ευκρινή όραση και στην ποιότητα της ζωής του ανθρώπου, καθώς παρατηρείται πτώση της κεντρικής όρασης, ενώ η περιφερική όραση διατηρείται.
Τι είναι η εκφύλιση της ωχράς κηλίδας;
Η εκφύλιση ωχράς κηλίδας είναι μια πάθηση που σταδιακά αλλοιώνει τη φυσιολογική ανατομία και λειτουργία της ωχράς κηλίδας και εμφανίζεται σε ηλικίες από 60 ετών και άνω. Σε σπανιότερες περιπτώσεις, μπορεί να εμφανιστεί και σε μικρότερες ηλικίες. Επειδή η εμφάνισή της συνδέεται στενά με την προχωρημένη ηλικία, η νόσος ονομάζεται ηλικιακή εκφύλιση ωχράς κηλίδας.
Η πάθηση αυτή εμφανίζεται πολύ σταδιακά χωρίς να προκαλέσει συμπτώματα, ειδικά στην αρχική της μορφή. Η πορεία της ποικίλλει από ασθενή σε ασθενή και υπάρχουν υποκατηγορίες της πάθησης που παρουσιάζουν διαφορετικές ταχύτητες εξέλιξης. Η νόσος σε προχωρημένα στάδια μπορεί να προκαλέσει σοβαρά προβλήματα στη καθημερινότητα του ασθενούς, με σημαντική μείωση της οπτικής του οξύτητας, πτώση της κεντρικής όρασης και δυσκολίες στην εκτέλεση βασικών καθημερινών λειτουργιών, όπως το διάβασμα.
Αίτια και παράγοντες κινδύνου για την εκφύλιση της ωχράς κηλίδας.
Η εκφύλιση της ωχράς κηλίδας είναι μια πολυπαραγοντική κατάσταση με γνωστά κληρονομικά και περιβαλλοντικά στοιχεία. Ο πιο σημαντικός παράγοντας κινδύνου εμφάνισης της νόσου είναι η αυξημένη ηλικία. Άλλοι αιτιολογικοί παραγοντες περιλαμβάνουν:
- Κληρονομικότητα/γενετικούς παράγοντες: Οι συγγενείς ασθενών με ηλικιακή εκφύλιση της ωχράς κηλίδας έχουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης της νόσου σε κάποιο στάδιο της ζωής τους.
- Κάπνισμα.
- Διατροφή.
- Υψηλά ποσοστά χοληστερόλης στο αίμα.
- Αυξημένη αρτηριακή πίεση.
- Έκθεση στην υπεριώδη ακτινοβολία.
- Παχυσαρκία.
- Γυναικείο φύλο: Έρευνες δείχνουν πως οι γυναίκες έχουν αυξημένη συχνότητα εμφάνισης εκφύλισης ωχράς κηλίδας σε σχέση με τους άνδρες.
Ποια είναι τα συμπτώματα της εκφύλισης της ωχράς κηλίδας;
Τα συμπτώματα της εκφύλισης της ωχράς κηλίδας είναι ανάλογα με το στάδιο: δηλαδή είναι πολύ ήπια στα αρχικά στάδια και πολύ έντονα όσο η νόσος προχωράει. Τα συμπτώματα συνήθως περιλαμβάνουν:
- Παραμόρφωση της εικόνας με μεταμορφοψίες, δηλαδή οι γραμμές δεν εμφανίζονται ευθείες αλλά ελαφρώς κυματοειδείς και πολλές φορές τμήματα της εικόνας να λείπουν.
- Θολή, ασταθή όραση.
- Δυσκολία στην όραση σε κοντινές αποστάσεις, για παράδειγμα στο διάβασμα.
- Δυσκολία διάκρισης έντονων χρωμάτων.
- Αυξανόμενη ανάγκη για έντονο φωτισμό κατά το διάβασμα.
- Σκοτεινό σημείο στο κέντρο του οπτικού πεδίου σε περιπτώσεις προχωρημένης βλάβης της ωχράς κηλίδας, ενώ η περιφερική όραση διατηρείται.
Ποια είναι τα στάδια της εκφύλισης της ωχράς κηλίδας;
Η σταδιοποίηση της εκφύλισης της ωχράς κηλίδας βασίζεται σε ανατομικά χαρακτηριστικά και αλλαγές που εμφανίζονται κατά την πορεία της νόσου. Το πιο χαρακτηριστικό εύρημα στην εκφύλιση ωχράς κηλίδας αποτελούν τα κιτρινόφαια ή λευκωπά Drusen, δηλαδή εναποθέσεις παθολογικού υλικού στον αμφιβληστροειδή. Τα Drusen αυτά, όσο η νόσος προχωράει, αυξάνονται σε αριθμό και μέγεθος. Στα πιο προχωρημένα στάδια παρατηρούνται και άλλες αλλαγές, όπως είναι η παρουσία υγρού εντός του αμφιβληστροειδή ή η ουλοποίηση των στιβάδων του.
Έτσι, διακρίνουμε τα εξής στάδια εκφύλισης της ωχράς κηλίδας:
- Πρώιμο: Το στάδιο αυτό χαρακτηρίζεται από την ύπαρξη μικρού και μεσαίου μεγέθους Drusen. Σε αυτή τη φάση η όραση του ασθενούς είναι συνήθως φυσιολογική χωρίς συμπτώματα.
- Ενδιάμεσο: Χαρακτηρίζεται από την ύπαρξη μεγάλων Drusen και αλλαγών των στιβάδων του αμφιβληστροειδούς με τη μορφή αρχόμενης ουλοποίησης. Ο ασθενής στο στάδιο αυτό παρατηρεί παραμορφώσεις εικόνων και δυσκολίες στην καθημερινότητά του, οι οποίες χαρακτηριστικά ποικίλλουν μέσα στην ημέρα.
- Προχωρημένο: Το στάδιο αυτό χαρακτηρίζεται από την ύπαρξη υγρού ή ατροφίας του αμφιβληστροειδούς και συνοδεύεται από σημαντική απώλεια της όρασης.
Ποια είναι τα είδη ηλικιακής εκφύλισης της ωχράς;
Η εκφύλιση της ωχράς κηλίδας διακρίνεται με βάση την ύπαρξη ή όχι ενδοαμφιβληστροειδικού υγρού σε ξηρή και υγρή μορφή. Η συχνότερη μορφή από τις δύο είναι η ξηρή μορφή που χαρακτηρίζεται και από πιο αργή εξέλιξη.
Ξηρή μορφή (Dry AMD)
Στην ξηρή μορφή εκφύλισης της ωχράς κηλίδας κύριο ανατομικό χαρακτηριστικό είναι οι παθολογικές κιτρινόφαιες εναποθέσεις εντός του αμφιβληστροειδούς, τα drusen. Οι εναποθέσεις αυτές με την πάροδο των ετών αυξάνονται σε μέγεθος και αριθμό, δρώντας τοξικά στα κύτταρα του αμφιβληστροειδούς και οδηγούν σταδιακά σε ουλοποίηση και ατροφία. Στο τελικό της στάδιο, η ξηρή μορφή εκφύλισης της ωχράς κηλίδας οδηγεί σε σοβαρή μείωση της κεντρικής όρασης.
Υγρή μορφή (Wet AMD)
Η υγρή μορφή εκφύλισης της ωχράς κηλίδας χαρακτηρίζεται από την παρουσία υγρού εντός της ωχράς κηλίδας. Το υγρό αυτό προέρχεται από την ανάπτυξη παθολογικών αγγείων (νεοαγγεία) τα οποία δημιουργούνται ως “απάντηση” του οργανισμού στη διαταραχή αιμάτωσης και στη συσσώρευση παθολογικού υλικού στην περιοχή. Τα νεοαγγεία αυτά έχουν λεπτά τοιχώματα από τα οποία διαρρέει υγρό εντός της ωχράς κηλίδας, οδηγώντας σε απότομη μείωση της όρασης. Η εξέλιξη της υγρής μορφής εκφύλισης της ωχράς κηλίδας είναι γρήγορη και απαιτεί άμεση θεραπεία.
Πώς γίνεται η διάγνωση της εκφύλισης της ωχράς κηλίδας;
Καθώς η ηλικιακή εκφύλιση της ωχράς κηλίδας δεν προκαλεί συμπτώματα στα αρχικά στάδια, είναι σημαντικός ο τακτικός οφθαλμολογικός έλεγχος για την έγκαιρη διάγνωσή του. Η διάγνωση της νόσου περιλαμβάνει τις ακόλουθες εξετάσεις:
- Μέτρηση της οπτικής οξύτητας στη μακρινή και την κοντινή απόσταση.
- Πλήρη οφθαλμολογικό έλεγχο στη σχισμοειδή λυχνία με εξέταση προσθίων ημιμορίων και μέτρηση ενδοφθάλμιας πίεσης.
- Βυθοσκόπηση με τη χρήση μυδριατικών σταγόνων για την πλήρη επισκόπηση του βυθού μετά από φαρμακευτική διαστολή της κόρης.
- Οπτική τομογραφία συνοχής (OCT): Αποτελεί τη βασική εξέταση για την τρισδιάστατη απεικόνιση όλων των στιβάδων της ωχράς κηλίδας. Η εξέταση OCT μπορεί να γίνει και μέσα από μικρή κόρη και να δώσει σημαντικές πληροφορίες ακόμα και σε παρουσία θόλωσης του κρυσταλλοειδούς φακού, γνωστού και ως γεροντικός καταρράκτης. Η εξέταση αυτή είναι πολύ χρήσιμη, όχι μόνο για τη διάγνωση της νόσου αλλά και για την παρακολούθηση της πορείας της και την ανταπόκριση του ασθενούς στη θεραπεία.
- OCT-αγγειογραφία: Πρόκειται για μια σύγχρονη μέθοδο εξέτασης της κατάστασης των αγγείων της ωχράς κηλίδας με την οποία απεικονίζεται το παθολογικό αγγειακό δίκτυο ψηφιακά, χωρίς την έγχυση του σκιαγραφικού.
- Έγχρωμες φωτογραφίες βυθού: Απεικονίζουν με λεπτομέρεια όλες τις αλλοιώσεις στην ωχρά κηλίδα, όπως αιμορραγίες και drusen.
- Φλουοροαγγειογραφία: Πρόκειται για την παραδοσιακή εξέταση απεικόνισης των νεοαγγείων της ωχράς κηλιδας μετά από έγχυση σκιαγραφικής ουσίας και γίνεται παρουσία αναισθησιολόγου. Η εξέταση αυτή είναι πολύ χρήσιμη για τη διάγνωση και παρακολούθηση διάφορων αγγειακών παθήσεων του αμφιβληστροειδούς, αλλά στην εκφύλιση της ωχράς κηλίδας έχει ουσιαστικά αντικατασταθεί από την πιο γρήγορη, φτηνή και ασφαλή ψηφιακή OCT-αγγειογραφία.
- Χρήση του Amsler test: Είναι ένα αξιόπιστο μέσο αυτοπαρακολούθησης της πορείας της νόσου από τον ίδιο τον ασθενή. Το Amsler test είναι ένα τετράγωνο πλέγμα που αποτελείται από παράλληλες μαύρες οριζόντιες και κάθετες γραμμές με μια μαύρη κηλίδα στο κέντρο. Ο ασθενής με ξηρή ή υγρή μορφή εκφύλισης της ωχράς κηλίδας θα παρατηρήσει τις γραμμές να είναι κυματοειδείς ή σκοτώματα σε κάποια σημεία του τετραγώνου.
Ποιες θεραπείες υπάρχουν για την αντιμετώπιση της ωχράς κηλίδας;
Παγκοσμίως, πραγματοποιούνται συνεχώς έρευνες για την περαιτέρω κατανόηση, φυσική εξέλιξη και πορεία της νόσου, καθώς και για την ανάπτυξη σκευασμάτων που θα δρουν ανασταλτικά στην επιδείνωση αυτής. Επιπλέον, γίνεται εστίαση σε γενετικές θεραπείες για πιο αποτελεσματική αντιμετώπιση της εκφύλισης της ωχράς κηλίδας.
Θεραπεία για την ξηρή μορφή (Dry AMD)
Με τα σημερινά δεδομένα δεν υπάρχει ακόμα αποτελεσματική θεραπεία για την αντιμετώπιση της εκφύλισης της ξηρής μορφής ωχράς κηλίδας. Χρησιμοποιούνται συμπληρώματα διατροφής με αντιοξειδωτικούς παράγοντες όπως βιταμίνη C και E, ψευδάργυρο, λουτεΐνη, ζεαξανθίνη και οξείδιο του χαλκού. Τα συμπληρώματα αυτά έχουν δειχθεί ότι μειώνουν το ρυθμό επιδείνωσης σε ασθενείς με ενδιάμεσου σταδίου ξηρή μορφή εκφύλιση της ωχράς κηλίδας.
Θεραπεία για την υγρή μορφή (Wet AMD)
Η αντιμετώπιση της υγρής μορφής εκφύλισης γίνεται με ενδοϋαλοειδικές εγχύσεις ειδικών αντιοαγγειογενετικών φαρμάκων (anti-VEFG), τα οποία δρούν αναστρέφοντας τη δημιουργία των παθολογικών νεοαγγείων, που οδηγούν στη συλλογή υγρού εντός της ωχράς κηλίδας στην υγρή εκφύλιση. Οι ενέσεις αυτές γίνονται σε μηνιαία βάση, μέχρι η νόσος να σταθεροποιηθεί. Σε ασθενείς με πολύ χαμηλή όραση λόγω προχωρημένου σταδίου εκφύλισης της ωχράς κηλίδας (ξηρής ή υγρής μορφής) σημαντική βοήθεια προσφέρουν τα ειδικά βοηθήματα χαμηλής όρασης, τα οποία συνδυάζουν μεγεθυντικούς φακούς με κατάλληλο φωτισμό, για τη βελτίωση της όρασης σε κοντινές αποστάσεις.
Παλαιότερες μέθοδοι για την εξάλειψη του υγρού εντός της ωχράς κηλίδας περιλαμβάνουν την εφαρμογή του Laser φωτοδυναμικής θεραπείας, το οποίο στοχεύει στην καταστροφή των παθολογικών αγγείων. Η μέθοδος αυτή έχει εγκαταλειφθεί μετά από την εισαγωγή των anti-VEGF στη θεραπεία για την ωχρά κηλίδα, καθώς οδηγούσε σε δημιουργία σημαντικών ουλών και ατροφίας, οι οποίες οδηγούσαν σε απώλεια της όρασης.
Αξίζει να σημειώσουμε ότι τα τελευταία χρόνια, σε ερευνητικό επίπεδο αναπτύσσονται νέες θεραπείες που στοχεύουν στις βιοχημικές διαδικασίες, οι οποίες εμπλέκονται στη παθογένεση της νόσου. Αυτές περιλαμβάνουν γονιδιακές θεραπείες, μονοκλωνικά αντισώματα, αντιφλεγμονώδη σκευάσματα και ανασταλτικά μόρια RNA.
Κάθε πότε γίνεται επανέλεγχος;
Το διάστημα που απαιτείται για τον επανέλεγχο του ασθενή εξαρτάται από το στάδιο, τον τύπο και την ταχύτητα επιδείνωσης των συμπτωμάτων του. Πιο συγκεκριμένα, ένας ασθενής με μια αργά εξελισσόμενη ξηρή εκφύλιση της ωχράς κηλίδας μπορεί να παρακολουθείται μια φορά τον χρόνο. Ένας ασθενής, όμως, με υγρή μορφή υπό αγωγή με anti-VEGF πρέπει να παρακολουθείται σε μηνιαία βάση μέχρι να σταθεροποιηθεί η κατάσταση.
Συχνές ερωτήσεις
Υπάρχει τρόπος πρόληψης της ηλικιακής εκφύλισης της ωχράς κηλίδας;
Αν και ο παθοφυσιολογικός μηχανισμός που εμπλέκεται στην εξέλιξη της νόσου δεν είναι ακόμα πλήρως κατανοητός, υπάρχουν τρόποι να μειώσει κανείς τον κίνδυνο εμφάνισης της εκφύλισης της ωχράς κηλίδας. Αναφέρουμε ενδεικτικά τους παρακάτω:
- Διατροφή πλούσια σε ω-3 λιπαρά (ψάρια όπως ο σολωμός) και αντιοξειδωτικά (φρούτα και λαχανικά)
- Συχνή άσκηση
- Λήψη συμπληρωμάτων διατροφής με αντιοξειδωτικά
- Καλή ρύθμιση της αρτηριακής πίεσης και των επιπέδων χοληστερόλης στο αίμα
- Αποφυγή του καπνίσματος
- Προστασία από την υπεριώδη ακτινοβολία με τη χρήση γυαλιών ηλίου
Επίσης, σημαντική είναι η αιματολογική ανάλυση μοριακών δεικτών προστασίας σε πάσχοντες από τη νόσο και η ανάλυση δεικτών προδιάθεσης σε συγγενείς πρώτου βαθμού πασχόντων για πιο στοχευμένη θεραπεία και πρόληψη.
Υπάρχει κίνδυνος από τις ενδοϋαλοειδικές ενέσεις;
Η διαδικασία της ενδοϋαλοειδικής ένεσης anti-VEGF είναι γρήγορη και απόλυτα ασφαλής. Γίνεται υπό τοπική αναισθησία σταγόνων και στον αποστειρωμένο χώρο του χειρουργείου. Ο κίνδυνος εμφάνισης επιπλοκής από την ένεση είναι εξαιρετικά χαμηλός και περιλαμβάνει:
- Παροδική αύξηση της ενδοφθάλμιας πίεσης
- Παροδική θόλωση της όρασης
- Ενδοφθαλμίτιδα, δηλαδή λοίμωξη του εσωτερικού του ματιού, κατάσταση που χρήζει άμεσης θεραπείας.
Πονούν οι ενδοϋαλοειδικές ενέσεις;
Η διαδικασία της ενδοϋαλοειδικής ένεσης είναι ανώδυνη καθώς ο οφθαλμός αναισθητοποιείται με τοπικές αναισθητικές σταγόνες. Υπάρχει συνήθως ελαφρύ αίσθημα βάρους και πίεσης κατά την είσοδο της βελόνας στον οφθαλμό, τα οποία όμως υποχωρούν αμέσως.